- κραναός
- κρᾰνᾰός1 rocky
κρανααῖς ἐν Ἀθάναις O. 7.82
κρανααῖς ἐν Ἀθάναισι O. 13.38
κρανααῖς ἐν Ἀθάναισιν N. 8.11
μή μοι κραναὰ νεμεσάσαι Δᾶλος I. 1.3
Lexicon to Pindar. William J.. 2010.
κρανααῖς ἐν Ἀθάναις O. 7.82
κρανααῖς ἐν Ἀθάναισι O. 13.38
κρανααῖς ἐν Ἀθάναισιν N. 8.11
μή μοι κραναὰ νεμεσάσαι Δᾶλος I. 1.3
Lexicon to Pindar. William J.. 2010.
Κραναός — rocky masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κραναός — rocky masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κραναός — Μυθολογικό πρόσωπο. Βασιλιάς της Αττικής, διάδοχος του Κέκροπα. Σύζυγός του ήταν η Πεδιάς με την οποία απέκτησε την Κρανάη, την Κραναίχμη και την Ατθίδα. Προς τιμήν της τελευταίας, μετά τον θάνατό της, ονόμασε τη χώρα του Ατθίδα ή Αττική. Σύμφωνα … Dictionary of Greek
κραναά — κραναός rocky neut nom/voc/acc pl κραναά̱ , κραναός rocky fem nom/voc/acc dual κραναά̱ , κραναός rocky fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κραναῶν — κραναός rocky fem gen pl κραναός rocky masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κραναόν — κραναός rocky masc acc sg κραναός rocky neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κρανααῖς — κραναός rocky fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κρανααί — κραναός rocky fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κραναοῖο — Κραναός rocky masc gen sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κραναοῖο — κραναός rocky masc/neut gen sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κραναοῖς — Κραναός rocky masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)